6

1 προσέχετε δὲ τὴν δικαιοσύνην ὑμῶν μὴ ποιεῖν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων , πρὸς τὸ θεαθῆναι αὐτοῖς ; εἰ δὲ μή γε , μισθὸν οὐκ ἔχετε παρὰ τῷ Πατρὶ ὑμῶν τῷ ἐν τοῖς οὐρανοῖς .

2 ὅταν οὖν ποιῇς ἐλεημοσύνην , μὴ σαλπίσῃς ἔμπροσθέν σου , ὥσπερ οἱ ὑποκριταὶ ποιοῦσιν ἐν ταῖς συναγωγαῖς καὶ ἐν ταῖς ῥύμαις , ὅπως δοξασθῶσιν ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων . ἀμὴν , λέγω ὑμῖν , ἀπέχουσιν τὸν μισθὸν αὐτῶν . 3 σοῦ δὲ ποιοῦντος ἐλεημοσύνην , μὴ γνώτω ἀριστερά σου τί ποιεῖ δεξιά σου , 4 ὅπως σου ἐλεημοσύνη ἐν τῷ κρυπτῷ ; καὶ Πατήρ σου , βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ , ἀποδώσει σοι .

5 καὶ ὅταν προσεύχῃ , οὐκ ἔσεσθε ὡς οἱ ὑποκριταί , ὅτι φιλοῦσιν ἐν ταῖς συναγωγαῖς καὶ ἐν ταῖς γωνίαις τῶν πλατειῶν ἑστῶτες προσεύχεσθαι , ὅπως φανῶσιν τοῖς ἀνθρώποις . ἀμὴν , λέγω ὑμῖν , ἀπέχουσι τὸν μισθὸν αὐτῶν . 6 σὺ δὲ ὅταν προσεύχῃ , εἴσελθε εἰς τὸ ταμεῖόν σου καὶ κλείσας τὴν θύραν σου , πρόσευξαι τῷ Πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ , καὶ Πατήρ σου , βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ , ἀποδώσει σοι .

7 προσευχόμενοι δὲ μὴ βατταλογήσητε ὥσπερ οἱ ἐθνικοί ; δοκοῦσιν γὰρ ὅτι ἐν τῇ πολυλογίᾳ αὐτῶν εἰσακουσθήσονται . 8 μὴ οὖν ὁμοιωθῆτε αὐτοῖς ; οἶδεν γὰρ Πατὴρ ὑμῶν ὧν χρείαν ἔχετε πρὸ τοῦ ὑμᾶς αἰτῆσαι αὐτόν .

9 οὕτως οὖν προσεύχεσθε ὑμεῖς : Πάτερ ἡμῶν , ἐν τοῖς οὐρανοῖς , ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά σου . 10 ἐλθέτω βασιλεία σου , γενηθήτω τὸ |x-tw="rc://*/tw/dict/bible/kt/willofgod" θέλημά σου , ὡς ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ γῆς . 11 τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον δὸς ἡμῖν σήμερον ; 12 καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν , ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφήκαμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν ; 13 καὶ μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν , ἀλλὰ ῥῦσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ . 14 ἐὰν γὰρ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν , ἀφήσει καὶ ὑμῖν Πατὴρ ὑμῶν οὐράνιος . 15 ἐὰν δὲ μὴ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις οὐδὲ Πατὴρ ὑμῶν ἀφήσει τὰ παραπτώματα ὑμῶν .

16 ὅταν δὲ νηστεύητε , μὴ γίνεσθε ὡς οἱ ὑποκριταὶ σκυθρωποί ; ἀφανίζουσιν γὰρ τὰ πρόσωπα αὐτῶν , ὅπως φανῶσιν τοῖς ἀνθρώποις νηστεύοντες . ἀμὴν , λέγω ὑμῖν , ἀπέχουσιν τὸν μισθὸν αὐτῶν . 17 σὺ δὲ νηστεύων , ἄλειψαί σου τὴν κεφαλὴν καὶ τὸ πρόσωπόν σου νίψαι , 18 ὅπως μὴ φανῇς τοῖς ἀνθρώποις νηστεύων , ἀλλὰ τῷ Πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυφαίῳ ; καὶ Πατήρ σου , βλέπων ἐν τῷ κρυφαίῳ , ἀποδώσει σοι .

19 μὴ θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυροὺς ἐπὶ τῆς γῆς , ὅπου σὴς καὶ βρῶσις ἀφανίζει , καὶ ὅπου κλέπται διορύσσουσιν καὶ κλέπτουσιν ; 20 θησαυρίζετε δὲ ὑμῖν θησαυροὺς ἐν οὐρανῷ , ὅπου οὔτε σὴς οὔτε βρῶσις ἀφανίζει , καὶ ὅπου κλέπται οὐ διορύσσουσιν οὐδὲ κλέπτουσιν . 21 ὅπου γάρ ἐστιν θησαυρός σου , ἐκεῖ ἔσται καὶ καρδία σου .

22 λύχνος τοῦ σώματός ἐστιν ὀφθαλμός . ἐὰν οὖν ὀφθαλμός σου ἁπλοῦς , ὅλον τὸ σῶμά σου φωτεινὸν ἔσται . 23 ἐὰν δὲ ὀφθαλμός σου πονηρὸς , ὅλον τὸ σῶμά σου σκοτεινὸν ἔσται . εἰ οὖν τὸ φῶς τὸ ἐν σοὶ σκότος , ἐστίν τὸ σκότος πόσον !

24 οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν ; γὰρ τὸν ἕνα μισήσει καὶ τὸν ἕτερον ἀγαπήσει , ἑνὸς ἀνθέξεται καὶ τοῦ ἑτέρου καταφρονήσει . οὐ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν καὶ μαμωνᾷ .

25 διὰ τοῦτο λέγω ὑμῖν , μὴ μεριμνᾶτε τῇ ψυχῇ ὑμῶν , τί φάγητε τί πίητε , μηδὲ τῷ σώματι ὑμῶν τί ἐνδύσησθε . οὐχὶ ψυχὴ πλεῖόν ἐστι τῆς τροφῆς , καὶ τὸ σῶμα τοῦ ἐνδύματος ? 26 ἐμβλέψατε εἰς τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ , ὅτι οὐ σπείρουσιν , οὐδὲ θερίζουσιν , οὐδὲ συνάγουσιν εἰς ἀποθήκας , καὶ Πατὴρ ὑμῶν οὐράνιος τρέφει αὐτά ; οὐχ ὑμεῖς μᾶλλον διαφέρετε αὐτῶν ? 27 τίς δὲ ἐξ ὑμῶν μεριμνῶν δύναται προσθεῖναι ἐπὶ τὴν ἡλικίαν αὐτοῦ πῆχυν ἕνα ? 28 καὶ περὶ ἐνδύματος τί μεριμνᾶτε ? καταμάθετε τὰ κρίνα τοῦ ἀγροῦ πῶς αὐξάνουσιν ; οὐ κοπιῶσιν οὐδὲ νήθουσιν ; 29 λέγω δὲ ὑμῖν , ὅτι οὐδὲ Σολομὼν ἐν πάσῃ τῇ δόξῃ αὐτοῦ περιεβάλετο ὡς ἓν τούτων . 30 εἰ δὲ τὸν χόρτον τοῦ ἀγροῦ σήμερον ὄντα , καὶ αὔριον εἰς κλίβανον βαλλόμενον , Θεὸς οὕτως ἀμφιέννυσιν , οὐ πολλῷ μᾶλλον ὑμᾶς , ὀλιγόπιστοι ? 31 μὴ οὖν μεριμνήσητε λέγοντες , τί φάγωμεν , , τί πίωμεν , , τί περιβαλώμεθα ? 32 πάντα γὰρ ταῦτα τὰ ἔθνη ἐπιζητοῦσιν ; οἶδεν γὰρ Πατὴρ ὑμῶν οὐράνιος ὅτι χρῄζετε τούτων ἁπάντων . 33 ζητεῖτε δὲ πρῶτον τὴν βασιλείαν καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ , καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν . 34 μὴ οὖν μεριμνήσητε εἰς τὴν αὔριον , γὰρ αὔριον μεριμνήσει ἑαυτῆς . ἀρκετὸν τῇ ἡμέρᾳ κακία αὐτῆς .